Πλημμέλημα
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ως πλημμέλημα χαρακτηρίζεται το έγκλημα εκείνο που τιμωρείται από το νόμο με φυλάκιση έως πέντε ετών. Τα πλημμελήματα εκδικάζονται ενώπιον του Πλημμελειοδικείου. Τα πλημμελήματα που τιμωρούνται από το νόμο με άνώτατη φυλάκιση έως δύο ετών δικάζονται από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο, που αποτελείται από έναν (ή μία) Πρόεδρο Πρωτοδικών ή από έναν Πρωτοδίκη. Τα υπόλοιπα πλημμελήματα δικάζονται από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, που αποτελείται από έναν (ή μία) Πρόεδρο Πρωτοδικών και δύο Πρωτοδίκες. Κατ' έφεση (σε δεύτερο βαθμό) εκδικάζονται τα μεν του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, τα δε του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου ενώπιον του (Τριμελούς) Εφετείου, αποτελούμενου από έναν (ή μία) Πρόεδρο Εφετών και δύο Εφέτες.
Για να κριθεί κάποιος ένοχος για πλημμέλημα, απαιτείται να έχει δόλο (πρόθεση), εκτός κι αν ο νόμος τιμωρεί ρητώς και την αμέλεια (π.χ. ανθρωποκτονία από αμέλεια, σωματική βλάβη από αμέλεια).
Τα Πλημμελήματα μπορούν να δικαστούν και με τη διαδικασία του Αυτοφώρου, εάν ο δράστης συλληφθεί μέχρι το βράδυ της επόμενης ημέρας από την τέλεση του εγκλήματος (το μέγιστο 48 ώρες πλην ένα λεπτό από την τέλεση της πράξης) και εφ' όσον τα πραγματικά περιστατικά είναι ξεκάθαρα. Τότε δικάζονται από το Αυτόφωρο Μονομελές ή Τριμελές Πλημμελειοδικείο στην επόμενη συνεδρίασή του.
Για τα πλημμελήματα πριν παραπεμφθούν στο Δικαστήριο μπορεί ο εισαγγελέας να διατάξει προανάκριση ή σπανιώτερα ανάκριση, εάν τα πραγματικά περιστατικά δεν είναι ξεκάθαρα και απαιτείται διερεύνηση.