New Immissions/Updates:
boundless - educate - edutalab - empatico - es-ebooks - es16 - fr16 - fsfiles - hesperian - solidaria - wikipediaforschools
- wikipediaforschoolses - wikipediaforschoolsfr - wikipediaforschoolspt - worldmap -

See also: Liber Liber - Libro Parlato - Liber Musica  - Manuzio -  Liber Liber ISO Files - Alphabetical Order - Multivolume ZIP Complete Archive - PDF Files - OGG Music Files -

PROJECT GUTENBERG HTML: Volume I - Volume II - Volume III - Volume IV - Volume V - Volume VI - Volume VII - Volume VIII - Volume IX

Ascolta ""Volevo solo fare un audiolibro"" su Spreaker.
CLASSICISTRANIERI HOME PAGE - YOUTUBE CHANNEL
Privacy Policy Cookie Policy Terms and Conditions
Προφορά της κλασικής Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας - Βικιπαίδεια

Προφορά της κλασικής Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ως προφορά τής κλασικής Αρχαίας Ελληνικής νοείται η φωνητική απόδοση της γλώσσας των κλασικών κειμένων τού 5ου και 4ου π.Χ. αιώνα με βάση τη δομή και τη λειτουργία τού αρχαίου φωνολογικού συστήματος. Μολονότι η περίοδος αυτή καλύπτει κυρίως την αττική πεζογραφία και ποίηση ώς τον Δημοσθένη και τον Αριστοτέλη, στο άρθρο αυτό θα θεωρείται συμβατικά ότι περιλαμβάνεται επίσης η γλώσσα τού 6ου αι., στην οποία ανήκουν οι λυρικοί ποιητές και οι ιστοριογράφοι (λ.χ. Ηρόδοτος).

Πίνακας περιεχομένων

[Επεξεργασία] Ιστορική τοποθέτηση του ζητήματος

Άγαλμα του Antonio de Nebrija έξω από την Εθνική Βιβλιοθήκη τής Ισπανίας στη Μαδρίτη
Άγαλμα του Antonio de Nebrija έξω από την Εθνική Βιβλιοθήκη τής Ισπανίας στη Μαδρίτη

Κατά την πρώιμη μεσαιωνική εποχή και κυρίως πριν από την Αναγέννηση η κλασική παιδεία ήταν ανύπαρκτη στη δυτική Ευρώπη, όπου κυριαρχούσε η λατινική γλώσσα. Μόλις τον 13ο αιώνα, όταν ιδρύθηκε το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, χρηματοδοτήθηκε η πρώτη έδρα διδασκαλίας τής Αρχαίας Ελληνικής, η οποία ωστόσο υπολειτουργούσε. Είναι χαρακτηριστικό ότι το έτος 1360 ο Ιταλός ποιητής Πετράρχης (Petrarca) ισχυρίστηκε ότι γνώριζε μόνον οκτώ Ιταλούς, οι οποίοι ήταν κάτοχοι της κλασικής Ελληνικής.

Ο Διαφωτισμός και η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453 επέφεραν πραγματική αναγέννηση στην καλλιέργεια των κλασικών γραμμάτων, καθώς και στη διδασκαλία τής Αρχαίας Ελληνικής. Πολλοί Έλληνες λόγιοι, κυρίως Φαναριώτες, κατέφυγαν στην Ιταλία και σε άλλες χώρες τής Δυτικής Ευρώπης, όπου μεταδίδαξαν την κλασική γλώσσα, την οποία οι ίδιοι μελετούσαν και αντέγραφαν. Εντούτοις, όπως ήταν φυσικό, οι λόγιοι αυτοί χρησιμοποιούσαν την υστεροβυζαντινή / νεοελληνική προφορά στην ανάγνωση και διδασκαλία των αρχαίων κειμένων, μεταφέροντας έτσι την προφορά τής καθημερινής ομιλίας τους, της μητρικής τους γλώσσας στην κλασική γλώσσα.

Σύντομα, οι λόγιοι της Δύσης, οι οποίοι δεν έφεραν το βάρος τής κληρονομημένης και εξελιγμένης προφοράς τής Ελληνικής, αντιλήφθηκαν ότι η νεοελληνική προφορά απέδιδε ατελώς την κλασική γλώσσα και προκαλούσε προβλήματα στη διδασκαλία. Επί παραδείγματι, ήταν δύσκολο να εξηγηθεί η ιωτακιστική ποικιλία των γραφημάτων ι, η, υ, οι, ει, υι και επίσης η συμπεριφορά των διφθόγγων αυ, ευ, αλλά και η δυσερμήνευτη προφορά τού αι ως /e/.

O πρώτος που διατύπωσε γραπτώς τις επιφυλάξεις του για την αξιοπιστία τής νεοελληνικής προφοράς των κλασικών κειμένων φέρεται να είναι ο Ισπανός ανθρωπιστής και λόγιος Antonio de Nebrija (Αντόνιο δε Νεμπρίχα, γνωστός επίσης με το λατ. όνομα Antonius Nebrissensis, 1441-1522) σε κείμενά του που δημοσιεύθηκαν μεταξύ των ετών 1503 και 1516. Η εργασία του τιτλοφορείτο Errores Graecorum «Σφάλματα Ελλήνων» και ορισμένες παρατηρήσεις του για τη φωνητική υφή των π, β, φ, καθώς και για τα διπλά σύμφωνα αποκαλύπτουν καλή κρίση και διατηρούν την ισχύ τους.

O τυπογράφος Άλδος Μανούτιος
O τυπογράφος Άλδος Μανούτιος

Αξιοσημείωτος μεταρρυθμιστής υπήρξε επίσης ο σπουδαίος τυπογράφος Aldus Manutius (Άλδος Μανούτιος, 1458-1514), ο οποίος το 1508 δημοσίευσε το έργο Alphabetum Graecum «Ελληνικό αλφάβητο», όπου εξηγεί γιατί είναι λανθασμένη η πεποίθηση ότι τα αρχαία διγράμματα προφέρονταν μονοφθογγισμένα. Ο ίδιος μνημονεύει για πρώτη φορά ως επιχείρημα το επιφώνημα βῆ βῆ, με το οποίο οι αρχαίοι δήλωναν το βέλασμα των προβάτων, για να εξηγήσει τη φωνητική αξία των εν λόγω φθόγγων.

H κύρια προσέγγιση στην προφορά τής κλασικής γλώσσας πραγματοποιήθηκε από τον μεγάλο Ολλανδό λόγιο Έρασμο (πλήρες όνομα Desiderius Erasmus Geert, 1466-1536), ο οποίος δίδαξε σε πανεπιστήμια τόσο στη Γερμανία όσο και στην Αγγλία. Το 1528 ο Έρασμος προχώρησε στη δημοσίευση του κλασικού του έργου Dialogus de recta Latini Graecique sermonis pronuntiatione «Διάλογος περί της ορθής προφοράς τού λατινικού και του ελληνικού λόγου», το οποίο είναι γραμμένο με τη μορφή διαλόγου μεταξύ μαθητή και δασκάλου. Στο έργο αυτό ο Έρασμος κατέδειξε τις αδυναμίες τής παραδεδομένης νεοελληνικής προφοράς τής αρχαίας γλώσσας, εστιάζοντας την προσοχή στις ομόηχες και ηχομιμητικές λέξεις, στα δάνεια από την Ελληνική γλώσσα στη Λατινική, καθώς και σε φαινόμενα μεταπτώσεως, τα οποία θα παρέμεναν δυσερμήνευτα αν ακολουθείτο η νεοελληνική προφορά. Μολονότι ο ίδιος δεν φαίνεται να υιοθέτησε τον τύπο προφοράς που επανασυνέθεσε, προσκρούοντας τόσο στην απροθυμία των συγχρόνων του όσο και στην αντίδραση της Καθολικής εκκλησίας (η οποία τελικά τον αφόρισε[1]), ο όρος pronuntiatio erasmiana «ερασμική προφορά» (εναλλακτικώς ητακιστική προφορά) έφθασε να δηλώνει όσους αποδέχθηκαν την επιχειρηματολογία τού Εράσμου.

O Έρασμος σε πίνακα του Χανς Χόλμπαϊν
O Έρασμος σε πίνακα του Χανς Χόλμπαϊν

Ο λόγος για τον οποίο η ερασμική προφορά δεν καθιερώθηκε ευθύς αμέσως σχετιζόταν, αφ’ ενός μεν με τη θρησκευτική διχοτόμηση της Ευρώπης που περιγράφηκε παραπάνω, αφ’ ετέρου δε με την αντίδραση του ακαδημαϊκού κατεστημένου προς τη μεταρρύθμιση. Φορέας τής αντίδρασης ήταν, κατ’ εξοχήν, ο Γερμανός λόγιος Γιοχάνες Ρόιχλιν (Johannes Reuchlin, 1455-1522), o οποίος επέμενε στη διατήρηση της βυζαντινής ή ιωτακιστικής προφοράς τής κλασικής γλώσσας (που αποκλήθηκε ροϊχλίνεια)[2]. Κάτι που ιδιαίτερα ενοχλούσε τους οπαδούς τής παραδοσιακής προφοράς ήταν ότι ο Έρασμος είχε διατυπώσει ανάλογες επιφυλάξεις σχετικά με την προφορά τής έτερης κλασικής γλώσσας, της Λατινικής. Αυτό έθιγε τη μακρά παράδοση της προφοράς π.χ. του συμπλέγματος qu- ως [kv] αντί [k] ή [c], όπως συνηθιζόταν, ή των συλλαβών ti- και ce- ως [ti], [ke], αντί [tsi], [tse], όπως συνηθιζόταν.

Δύο νέοι λόγιοι του πανεπιστημίου τού Καίμπριτζ, οι Άγγλοι John Cheke και Thomas Smith, υπήρξαν οι πρωτεργάτες τής εφαρμογής τής ερασμικής προφοράς το 1540, οπότε εξελέγησαν καθηγητές τής Ελληνικής και του Αστικού Δικαίου αντιστοίχως. Οι εν λόγω καθηγητές βασίστηκαν, όχι μόνο στη συλλογιστική τού Εράσμου, αλλά και σε παράλληλες εξελίξεις τής Αγγλικής γλώσσας, η οποία τότε διερχόταν ένα στάδιο διφθογγοποίησης συγκεκριμένων φωνημάτων καθώς και την αποκαλούμενη δεύτερη μετατόπιση συμφώνων, πράγμα που βοηθούσε τους μελετητές να αντιληφθούν την πορεία εξελίξεως των φωνηεντικών ακολουθιών. Εντούτοις, δεν μπόρεσαν να προωθήσουν αμέσως τις ιδέες τους. Το 1542, ενόσω ο Καθολικός επίσκοπος Gardiner διατελούσε πρύτανις του πανεπιστημίου, εκδίδεται διάταγμα που απαγορεύει τη χρήση τής ερασμικής προφοράς στο Καίμπριτζ. H κατοπινή ενθρόνιση της βασίλισσας Ελισάβετ και η ανεκτική της στάση προς τη θρησκευτική μεταρρύθμιση και τη λόγια μελέτη ενεθάρρυνε τους Cheke και Smith να συστηματοποιήσουν τις προτάσεις τους περί αλλαγής τής προφοράς.

Τελικά, με αφετηρία την Αγγλία, η ερασμική προφορά διαδόθηκε ευρέως στις υπόλοιπες ακαδημαϊκές κοινότητες της Ευρώπης, στη δε Ιταλία καθιερώθηκε κατά το δεύτερο μισό τού 16ου αιώνα. Εντούτοις, οι διαφορές μεταξύ των γλωσσών και αυτή καθ’ αυτήν η εξέλιξη της Αγγλικής καθιστούσαν απαραίτητες ορισμένες διορθώσεις στον τύπο τής ερασμικής προφοράς που είχε καθιερωθεί στους ακαδημαϊκούς κύκλους. Αυτό επιτεύχθηκε το 1895, όταν το πανεπιστήμιο της Ουαλίας εξέδωσε το εγχειρίδιο των E.V. Arnold και R.S. Conway, The Restored Pronunciation of Greek and Latin («Η αποκατεστημένη προφορά τής Ελληνικής και της Λατινικής»). Οι προτάσεις και οι διορθώσεις τους, συμπληρωμένες το 1908 με βάση τις εισηγήσεις τής Ένωσης Κλασικών Φιλολόγων (της Μ. Βρετανίας), αποτελούν σήμερα το πρότυπο με το οποίο προφέρονται οι κλασικές γλώσσες στα αγγλικά και αμερικανικά πανεπιστήμια, καθώς και (με ελαφρές παραλλαγές) στην υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη.

Στον ελληνικό χώρο, ωστόσο, τα γεγονότα είχαν άλλη τροπή. Κατά την περίοδο κοντά στην Ελληνική Επανάσταση, οι Έλληνες λόγιοι που πληροφορούνται όσα διαδραματίζονταν στην Ευρώπη σχετικά με την ερασμική προφορά την αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό ή και με απροκάλυπτη εχθρότητα. Σε αυτούς ανήκουν ο Αθανάσιος Χριστόπουλος, ο μεγάλος Αδαμάντιος Κοραής, ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, κυρίως δε ο Θεόδωρος Παπαδημητρακόπουλος (συγγραφέας τού έργου Βάσανος των περί ερασμιακής προφοράς ελληνικών αποδείξεων, 1889) και ο Φαναριώτης λόγιος Κωνσταντίνος Οικονόμος (ο εξ Οικονόμων) (συγγραφέας τού έργου Περί της γνησίας προφοράς τής Ελληνικής γλώσσης, 1830)[3].

Ποικίλα κίνητρα εντοπίζονται εν σχέσει με την κατηγορηματική θέση των περισσοτέρων Ελλήνων λογίων. Σημαντικό ρόλο έπαιξε, όπως προαναφέρθηκε, η σύνδεση της ερασμικής προφοράς με την προτεσταντική Μεταρρύθμιση και την εναντίωση προς την Καθολική εκκλησία. Οι πηγές δείχνουν ότι πολλοί προτεστάντες λόγιοι της Δυτικής Ευρώπης, παρά την αναμφισβήτητη επιστημονική τους κατάρτιση, έτειναν να θεωρούν τους (Ορθοδόξους) Έλληνες λογίους τής διασποράς αμόρφωτους, δεισιδαίμονες και «αμαθείς», διότι δεν διέσωσαν την «αληθή προφορά» (pronuntiatio recta) τής κλασικής γλώσσας[4]. Το γεγονός ότι το ελληνικό Γένος υπήρξε επί αιώνες υπόδουλο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία επέσυρε την περιφρόνηση των λογίων τής Δύσεως, οι οποίοι επιχείρησαν τώρα να διορθώσουν την κληρονομηθείσα υστεροβυζαντινή-νεοελληνική προφορά. Κάτι ακόμη που επέτεινε την αντίθεση των Ελλήνων λογίων ήταν ότι η ερασμική προφορά συνοδευόταν από ένα πρότυπο τονισμού, το οποίο ταίριαζε στα δεδομένα τής Λατινικής, καθώς στηριζόταν στην ποσότητα της συλλαβής και όχι στον δυναμικό τόνο[5].

Ο πατέρας τής επιστημονικής γλωσσολογίας στην Ελλάδα Γεώργιος Χατζιδάκις υπήρξε ο εισηγητής τής νεωτεριστικής προφοράς στη χώρα, αποδεικνύοντας με μεθοδικό τρόπο ότι η προφορά τής Ελληνικής είχε μεταβληθεί με την πάροδο των αιώνων. Αν και δεν εισηγήθηκε την εισαγωγή τής μεταρρυθμισμένης προφοράς στην ελληνική εκπαίδευση (για πρακτικούς λόγους), εξήγησε ωστόσο ότι η παραθεώρηση της διαφοράς προσέδιδε παραπλανητική εικόνα για τη γλώσσα σε όσους δεν είχαν μελετήσει συστηματικά το θέμα.

Στις ακόλουθες ενότητες θα εξεταστούν τα τεκμήρια που αποδεικνύουν ότι η προφορά τής κλασικής γλώσσας διαφέρει σε μεγάλο βαθμό από την υστεροβυζαντινή. Μολονότι η ερασμική απόδοση έχει σημαντικές ατέλειες, πολλές από τις οποίες έχουν επισημανθεί σε νεότερες μελέτες, εξακολουθεί να αποτελεί πιο αξιόπιστη προσέγγιση του φωνολογικού συστήματος της Αρχαίας Ελληνικής εν σχέσει με την εξελιγμένη νεοελληνική αντίστοιχη. Μερικά από τα στοιχεία που παρατίθενται στη συνέχεια είχαν ήδη επισημανθεί από τα κείμενα του Εράσμου.

[Επεξεργασία] Τεκμήρια της αρχαίας προφοράς

Οι γνώσεις μας για την επανασύνθεση της αρχαίας προφοράς τής κλασικής γλώσσας στηρίζονται στα εξής σημαντικά τεκμήρια:

[Επεξεργασία] Τεκμήρια του φωνολογικού συστήματος

Η ποικιλία των φθόγγων ι, η, υ, ει, οι, υι, ῃ που αντιστοιχούν σε νεοελληνική προφορά [i] και των ο, ω, ῳ με προφορά [o] θα αποτελούσε αδικαιολόγητη «πολυτέλεια» για την κλασική γλώσσα. Οι περιπτώσεις συγχύσεως από συνήχηση θα ήταν πολλές: ἡμεῖς - ὑμεῖς, ὦμος - ὅμως, λείπει – λύπη – λίπη κ.ά.

Εντούτοις, σοβαρότερα επιχειρήματα προσφέρει η καθ' αυτήν λειτουργία τού φωνολογικού συστήματος και των αλλαγών που παρατηρούνται σε αυτό:

  1. Η αποδοχή τής νεοελληνικής προφοράς προσκρούει στις φωνηεντικές εναλλαγές που συμβαίνουν στο θέμα τής λέξεως και είναι γνωστές ως μεταπτώσεις (Ablaut). Οι μεταπτωτικές βαθμίδες (ετεροίωση, έκταση, συστολή κτλ.) περιλαμβάνουν αλλαγή τού θεματικού φωνήεντος (π.χ. φέρ-ω – φόρ-ος – αὐτό-φωρ-ος, φρήν – φρεν-ός – παρά-φρων, στέλ-λω – στολ-ή - ἐ-στάλ-ην) και μόνον η διφθογγισμένη προφορά μπορεί να εξηγήσει ικανοποιητικά ότι το ίδιο συμβαίνει και σε περιπτώσεις όπως οι ακόλουθες: κεῖ-μαι – κοί-τη, ἀμείβ-ω - ἀμοιβ-ή, τεῖχ-ος – τοῖχ-ος, πείθ-ω – πέ-ποιθ-α κτλ. Η προφορά των διφθόγγων ως [ei], [oi], όχι [i], ερμηνεύει τη συνολική συμπεριφορά τής μεταπτωτικής σειράς και την παρουσία τής ετεροιωμένης βαθμίδας.
  2. Η συνάντηση φωνηέντων εντός λέξεως οδηγεί συχνά σε συγχώνευση των αρθρωτικών χαρακτηριστικών τους, ώστε να προκύψει φωνήεν συγγενές προς τα συμβαλλόμενα. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό υπό τον παραδοσιακό όρο συναίρεση (αγγλ. contraction). Εφόσον η συναίρεση περιλαμβάνει συγχώνευση αρθρωτικών χαρακτηριστικών, αναμένεται ότι το προϊόν της θα παρουσιάζει στενή αρθρωτική συγγένεια συμβατή προς τη φωνητική υφή των συμμετεχόντων. Τα προϊόντα τής συναιρέσεως θα ήταν δυσεξήγητα, αν δεν καθοριζόταν επακριβώς η προφορά των φθόγγων που συμμετέχουν στην εν λόγω μεταβολή. Τα ακόλουθα παραδείγματα το αποδεικνύουν:
    1. ε + ο > ου, π.χ. ποιέ-ομεν > ποιοῦμεν. Η νεοελληνική προφορά των φωνηέντων [e], [o] δείχνει σαφώς ότι από τη συνάντησή τους δεν προκύπτει [u] (λ.χ. Θεόδωρος > Θόδωρος, *νεωπός > νωπός, όπου έχουμε έκκρουση του κλειστότερου [e] από το ισχυρότερο [o]). Απεναντίας, προϊόν τής συναιρέσεως αυτής είναι ένα μακρό κλειστό [o:][6]. Συνεπώς, η προφορά τού ρήματος είναι [poïo:men].
    2. ε + ε > ει, π.χ. θεωρέ-ετε > θεωρεῖτε. Η νεοελληνική προφορά τού φωνήεντος [e] καθιστά σαφές ότι από τη συνάντησή τους δεν προκύπτει [i], αλλά νέο μακρό κλειστό φωνήεν [e:]. Συνεπώς, η προφορά τού τύπου είναι [theōre:te].
    3. α + ο/ω > ω, π.χ. φάος > φῶς. Αν κατά τη συνάντηση των φωνηέντων ίσχυε η νεοελληνική προφορά, το ανοικτότερο [a] θα είχε υπερισχύσει (π.χ. μεσν. ἐχάωσα > ἐχάσα, από όπου σχηματίστηκε ο νεότερος αόριστος έχασα και, μεταρρηματικώς, ο τύπος χάνω). Απεναντίας, προέκυψε νέο μακρό κλειστό φωνήεν [o:]. Συνεπώς, η προφορά τού τύπου είναι [pho:s].
  3. Το φαινόμενο της χρονικής αύξησης στους παρελθοντικούς χρόνους των ρημάτων προσκρούει σε ανυπέρβλητα εμπόδια, αν παραβλέψουμε το ζήτημα της προφοράς των αρκτικών διφθόγγων. Παραδείγματα: αἰσθάνομαι – ᾐσθανόμην, οἰκῶ - ᾤκουν, όπου προστίθεται ο δείκτης τής αυξήσεως ε- και ακολουθεί συναίρεση: [e] + [a] > [ē] {η}, χωρίς συμμετοχή τού υποτακτικού στοιχείου τής διφθόγγου {ι}.


[Επεξεργασία] Τεκμήρια από μεταγραφές άλλων αλφαβήτων

Αξιοσημείωτη μαρτυρία για την αρχαία προφορά προσφέρει επίσης η απόδοση ελληνικών λέξεων (κυρίως ονομάτων και τοπωνυμίων) σε άλλες γλώσσες, οι οποίες χρησιμοποιούσαν διαφορετικό αλφάβητο. Το τεκμήριο αυτό έχει εντούτοις βοηθητικό και ενισχυτικό ρόλο σε όσα ήδη γνωρίζουμε από τη φωνολογική ανάλυση, η δε χρησιμότητά του εξαρτάται από τις επιλογές που ήταν διαθέσιμες στα άλλα αλφάβητα. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα από τη λατινική γλώσσα.

  1. Η απόδοση των αρχαίων ελληνικών ονομάτων στη Λατινική παρέχει ισχυρές ενδείξεις σχετικά με την υφή τού φθόγγου η. Η λατινική μεταγραφή των ονομάτων αποτελεί αξιόπιστη πρόσθετη μαρτυρία ότι το αρχ. η δεν προφερόταν [i] αλλά [ē], διότι η Λατινική είχε την επιλογή τού γράμματος i, για να αποδώσει την προφορά [i]. Εξίσου διδακτικές είναι επίσης οι μεταγραφές λατινικών λέξεων και ονομάτων στο ελληνικό αλφάβητο: Caecus: Καῖκος (όχι Κέκος), Felix: Φῆλιξ (όχι Φίλιξ)[7]censor: κήνσωρ (όχι κίνσωρ), edictum: ἤδικτον (όχι ἴδικτον) κ.ά.
  2. Η μεταγραφή των αρχαίων Φοῖνιξ: Phoenix, Βάκχος: Bacchus, Φοῖβος: Phoebus παρέχει σοβαρές ενδείξεις ότι τα φ, χ αντιπροσώπευαν τους δασείς φθόγγους [ph], [kh] και όχι τα άηχα τριβόμενα [f], [x], διότι η Λατινική διέθετε τα γράμματα f, h προς απόδοσή τους. Κατόπιν, οδηγούμαστε στο εύλογο συμπέρασμα ότι και το τρίτο σύμφωνο της τάξεως αυτής, το θ, ανήκε επίσης στα δασέα και προφερόταν [th], όχι [θ].


[Επεξεργασία] Τεκμήρια από τις νεοελληνικές διαλέκτους

Μαρτυρία τής αρχαίας προφοράς παρέχουν επίσης οι νεοελληνικές διάλεκτοι. Αξιοποιήσιμα στοιχεία παρέχονται κατ’ εξοχήν από τις τέσσερεις περιφερειακές διαλέκτους, οι οποίες διασώζουν περισσότερους αρχαϊσμούς: Κατωιταλική, Ποντιακή, Καππαδοκική, Κυπριακή. Η αξιολόγηση των στοιχείων, όμως, απαιτεί προσοχή, ώστε να διαχωρίζονται οι αρχαϊσμοί από τους νεωτερισμούς και να μην παραβλέπεται η πιθανότητα ανεξάρτητων ή παράλληλων αλλαγών. Επειδή η Ελληνιστική Κοινή δεν ισοπέδωσε τις κατά τόπους αποκλίσεις, αλλά απέκτησε διαφορετικό τοπικό χρώμα, είναι δυνατόν να εντοπίσουμε διδακτικές επιβιώσεις σε σύγχρονα ακόμη ιδιώματα.

Όταν χρησιμοποιούμε στοιχεία από τις νεοελληνικές διαλέκτους, για να επανασυνθέσουμε την αρχαία προφορά, απαιτείται να αποκλείουμε την πιθανότητα φωνητικής αλλαγής, δανεισμού ή απλώς κακής / ελλιπούς γραφής. Επιπλέον, η μαρτυρία ενισχύεται όταν συγκεντρώνονται αποδείξεις από διαλέκτους ή ιδιώματα που ανήκουν στην ίδια ζώνη (δωρικής ή ιωνικής επιρροής)[8].

  1. Η διατήρηση της προφοράς των διπλών συμφώνων, κυρίως του –λλ-, στην Κυπριακή, την Κατωιταλική, καθώς και στα ιδιώματα της Δωδεκανήσου, αποτελεί σημαντική ενισχυτική ένδειξη ότι αυτή είναι η αρχαία προφορά τους (πβ. κυπρ. άλ-λος, φύλ-λο), αν συνδυαστεί με το γεγονός ότι η παρουσία τους στα αρχαία κείμενα καθιστούσε το προηγούμενο φωνήεν θέσει μακρό (στη μετρική).
  2. Ο φθόγγος -υ- ήταν ο τελευταίος που υπέστη ιωτακισμό, αφού αποστρογγυλοποιήθηκε μόλις τον 10ο αιώνα. Την ίδια πορεία ακολούθησε η πρώην δίφθογγος -οι-, με την οποία είχε επί αιώνες συμπέσει στην προφορά[9]. Ενισχυτική μαρτυρία για την αρχαία προφορά παρέχουν σήμερα ελάχιστες λέξεις τής Νεοελληνικής Κοινής (π.χ. μουστάκι < ελνστ. μουστάκιον, υποκοριστικό τού αρχ. μύσταξ), αλλά και τύποι νεοελληνικών ιδιωμάτων, όπως της παλαιάς Αθήνας, των Μεγάρων, της Κύμης και της Αίγινας (π.χ. χιούρος < χοίρος, τšουλιά < κοιλία, τšούτομαι < κοίτομαι, θουγατέρα < θυγατέρα), καθώς και της Τσακονικής διαλέκτου (π.χ. κουέ < κύων, κουβάνε < αρχ. κυFάνεος / κυανοῦς).[10].


[Επεξεργασία] Τεκμήρια από τη Νέα Ελληνική

Υπό ορισμένες συνθήκες η σύγχρονη νεοελληνική προφορά διατηρεί ίχνη τής αντίστοιχης αρχαίας σε ειδικές θέσεις. Η επιβίωση αρχαϊκών στοιχείων σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορεί να αιτιολογηθεί με βάση την εξελιγμένη προφορά των φωνημάτων, παρά μόνο σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε από την ιστορία τής γλώσσας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η προφορά [ŋg] στο συμφωνικό σύμπλεγμα του διπλού -γγ- σε λέξεις όπως άγγελος, συγγενής, αγγίζω / εγγίζω. Αν το γ προφερόταν όπως στη Νέα Ελληνική (ως εξακολουθητικός τριβόμενος φθόγγος), αυτό δεν θα δικαιολογούσε την αλλαγή στην εκφορά τού διπλού -γγ-[11]. Το ίδιο συμπέρασμα αντλούμε από την εξελιγμένη προφορά τού συμπλέγματος -νδ- ως [nd], με αποτέλεσμα να γραφτεί -ντ- προκειμένου να σημανθεί η διαφορά: π.χ. άντρας (< ἄνδρα, αιτιατική τού αρχ. ἀνήρ), ντύνω (< ελνστ. ἐνδύνω < αρχ. ἐνδύω), παντρεύομαι (< αρχ. ὑπανδρεύω < φρ. ὕπανδρος γυνή). Ομοίως εξηγείται η συμπεριφορά τού συμπλέγματος -μβ-, που προφέρθηκε [mb], με αποτέλεσμα να γραφτεί -μπ- προκειμένου να σημανθεί η διαφορά: π.χ. μπαίνω < αρχ. ἐμβαίνω.


(υπό επεξεργασία)

[Επεξεργασία] Υποσημειώσεις

  1. Βλ. Χ. Συμεωνίδη, 1985, σελ. 11.
  2. Ο Γιοχάνες Ρόιχλιν υπήρξε ρομαντικός ελληνιστής και συνέβαλε αποφασιστικά στη διάδοση των κλασικών σπουδών στη Γερμανία, ενώ ο ίδιος είχε διδαχθεί τις κλασικές γλώσσες από Έλληνες λογίους στην Ιταλία, πράγμα που φυσικά είχε ως αποτέλεσμα να υιοθετήσει την εξελιγμένη υστεροβυζαντινή προφορά τους. Διέπρεψε επίσης στις εβραϊκές σπουδές.
  3. Δεδηλωμένος σκοπός τού βιβλίου αυτού ήταν να πείσει τους ομόθρησκους Ρώσους να μην αποδεχθούν την ερασμική προφορά. Η προσπάθεια αυτή απέτυχε.
  4. Βλ. Γ. Χατζιδάκι, Ακαδημεικά Αναγνώσματα, τόμ. 1, σελ. 287-8.
  5. Ας σημειωθεί ότι παρόμοιο προβληματισμό είχε προκαλέσει η εισαγωγή τής ερασμικής προφοράς τής Λατινικής στη Γαλλία κατά τις αρχές τού 20ού αιώνα από τον Γάλλο γλωσσολόγο Michel Bréal
  6. Τα δίψηφα προϊόντα των συναιρέσεων –ει-, -ου-, ως μακρά κλειστά φωνήεντα, αποκαλούνται μερικές φορές νόθες δίφθογγοι, για να διαχωρίζονται από τις γνήσιες διφθόγγους, οι οποίες περιλαμβάνουν διακεκριμένη προφορά δύο φωνηέντων [eï], [oï], λ.χ. τεῖχος [teïkhos].
  7. Η συγκεκριμένη μεταγραφή προέρχεται από τη μετακλασική Λατινική, με αποτέλεσμα να μην αποδίδει το άηχο δασύ Φ ως Ph αλλά F, διότι τα δασέα σύμφωνα είχαν πλέον μεταβληθεί σε άηχα τριβόμενα. Ο ιωτακισμός των φωνηέντων όμως ολοκληρώθηκε αργότερα. Βλ. Γ. Χατζιδάκι, Ακαδημεικά Αναγνώσματα, τόμ. 1, σελ. 90-92.
  8. Βλ. Γ. Μπαμπινιώτη, «Επί της προφοράς των αρχαίων κειμένων (Νεοελληνική ή εξ επανασυνθέσεως / ερασμική προφορά;)»―1971-2, ΕΕΦΣΠΑ, σελ. 308-13.
  9. Ήδη από τον 3ο αιώνα π.Χ. η πρώην δίφθογγος –οι- προφερόταν [ü] στη βοιωτική διάλεκτο, όπως προκύπτει από επιγραφές, π.χ. τῦς ἄλλυς προξένυς: τοῖς ἄλλοις προξένοις (δοτική πληθυντικού).
  10. Για τη διαφορετική αποτύπωση του -υ- στις διαλέκτους βλ. Μ. Σετάτο, «Η εξέλιξη της προφοράς τού υ ώς τη Νέα Ελληνική»―1967, Ελληνικά 20, σελ. 338-48· Θ. Μωυσιάδη, Εισαγωγή στη Μεσαιωνική και Νεοελληνική Ετυμολογία, Αθήνα 2005, σελ. 247-50.
  11. Ας σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο κριτήριο δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε άλλους κλειστούς (στην Αρχαία Ελληνική) φθόγγους, διότι τα διπλά τους συμπλέγματα απαντούν πολύ αργότερα και μόνο σε δάνεια (π.χ. σάββατον, κράβ(β)ατος), ενώ δεν υπάρχουν αρχαίες λέξεις με διπλά -θθ-, -φφ-, -χχ-.

[Επεξεργασία] Βιβλιογραφία

  • Allen, W. 1987 (3η έκδ.): Vox Graeca. A Guide to the Pronunciation of Classical Greek. Cambridge. (ελλ. μτφρ.: Vox graeca : Η προφορά της ελληνικής στην κλασική εποχή, υπό Μ. Καραλή , Γ.Μ. Παράσογλου, Θεσσαλονίκη : Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, 2000.)
  • Bartoněk, A. 1966: Development of the Long-Vowel System in Ancient Greek. Prague.
  • Grammont, M. 1948: Phonétique du grec ancien. Lyon.
  • Lejeune, M. 1972: Phonétique historique du mycénien et du grec ancien. Paris.
  • Lupaş, L. 1972: Phonologie du grec attique. The Hague.
  • Meillet, A. 1965 (7η έκδ.): Aperçu d’une histoire de la langue grecque. Paris.
  • Μπαμπινιώτης, Γ. 1985: Ιστορική Γραμματική τής Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας. Ι. Φωνολογία. Αθήνα.
  • Palmer, L.R. 1980: The Greek language. London.
  • Schwyzer, E. 1959 (3η έκδ.): Griechische Grammatik. I. München.
  • Σταματάκος, Ι. 1973 (3η έκδ.): Ιστορική Γραμματική τής Αρχαίας Ελληνικής κατά τα πορίσματα της συγκριτικής γλωσσολογίας. Αθήνα.
  • Συμεωνίδης, Χ. 1985: Ιστορική Γραμματική τής Αρχαίας Ελληνικής. Ι. Φωνητική. Θεσσαλονίκη.
  • Teodorsson, S.T. 1974: The Phonemic System of the Attic Dialect 400-340 B.C. Stockholm.
  • Χατζιδάκις, Γ. 1920 (2η έκδ.): Ακαδημεικά Αναγνώσματα, τόμ. Α΄. Αθήνα.
  • Τα κείμενα του Εράσμου έχουν αντληθεί από την έκδοση της M. Cytowska, 1973: Opera omnia Desiderii Erasmi (Amsterdam).
Άλλες γλώσσες

Static Wikipedia (no images)

aa - ab - af - ak - als - am - an - ang - ar - arc - as - ast - av - ay - az - ba - bar - bat_smg - bcl - be - be_x_old - bg - bh - bi - bm - bn - bo - bpy - br - bs - bug - bxr - ca - cbk_zam - cdo - ce - ceb - ch - cho - chr - chy - co - cr - crh - cs - csb - cu - cv - cy - da - de - diq - dsb - dv - dz - ee - el - eml - en - eo - es - et - eu - ext - fa - ff - fi - fiu_vro - fj - fo - fr - frp - fur - fy - ga - gan - gd - gl - glk - gn - got - gu - gv - ha - hak - haw - he - hi - hif - ho - hr - hsb - ht - hu - hy - hz - ia - id - ie - ig - ii - ik - ilo - io - is - it - iu - ja - jbo - jv - ka - kaa - kab - kg - ki - kj - kk - kl - km - kn - ko - kr - ks - ksh - ku - kv - kw - ky - la - lad - lb - lbe - lg - li - lij - lmo - ln - lo - lt - lv - map_bms - mdf - mg - mh - mi - mk - ml - mn - mo - mr - mt - mus - my - myv - mzn - na - nah - nap - nds - nds_nl - ne - new - ng - nl - nn - no - nov - nrm - nv - ny - oc - om - or - os - pa - pag - pam - pap - pdc - pi - pih - pl - pms - ps - pt - qu - quality - rm - rmy - rn - ro - roa_rup - roa_tara - ru - rw - sa - sah - sc - scn - sco - sd - se - sg - sh - si - simple - sk - sl - sm - sn - so - sr - srn - ss - st - stq - su - sv - sw - szl - ta - te - tet - tg - th - ti - tk - tl - tlh - tn - to - tpi - tr - ts - tt - tum - tw - ty - udm - ug - uk - ur - uz - ve - vec - vi - vls - vo - wa - war - wo - wuu - xal - xh - yi - yo - za - zea - zh - zh_classical - zh_min_nan - zh_yue - zu -

Static Wikipedia 2007 (no images)

aa - ab - af - ak - als - am - an - ang - ar - arc - as - ast - av - ay - az - ba - bar - bat_smg - bcl - be - be_x_old - bg - bh - bi - bm - bn - bo - bpy - br - bs - bug - bxr - ca - cbk_zam - cdo - ce - ceb - ch - cho - chr - chy - co - cr - crh - cs - csb - cu - cv - cy - da - de - diq - dsb - dv - dz - ee - el - eml - en - eo - es - et - eu - ext - fa - ff - fi - fiu_vro - fj - fo - fr - frp - fur - fy - ga - gan - gd - gl - glk - gn - got - gu - gv - ha - hak - haw - he - hi - hif - ho - hr - hsb - ht - hu - hy - hz - ia - id - ie - ig - ii - ik - ilo - io - is - it - iu - ja - jbo - jv - ka - kaa - kab - kg - ki - kj - kk - kl - km - kn - ko - kr - ks - ksh - ku - kv - kw - ky - la - lad - lb - lbe - lg - li - lij - lmo - ln - lo - lt - lv - map_bms - mdf - mg - mh - mi - mk - ml - mn - mo - mr - mt - mus - my - myv - mzn - na - nah - nap - nds - nds_nl - ne - new - ng - nl - nn - no - nov - nrm - nv - ny - oc - om - or - os - pa - pag - pam - pap - pdc - pi - pih - pl - pms - ps - pt - qu - quality - rm - rmy - rn - ro - roa_rup - roa_tara - ru - rw - sa - sah - sc - scn - sco - sd - se - sg - sh - si - simple - sk - sl - sm - sn - so - sr - srn - ss - st - stq - su - sv - sw - szl - ta - te - tet - tg - th - ti - tk - tl - tlh - tn - to - tpi - tr - ts - tt - tum - tw - ty - udm - ug - uk - ur - uz - ve - vec - vi - vls - vo - wa - war - wo - wuu - xal - xh - yi - yo - za - zea - zh - zh_classical - zh_min_nan - zh_yue - zu -

Static Wikipedia 2006 (no images)

aa - ab - af - ak - als - am - an - ang - ar - arc - as - ast - av - ay - az - ba - bar - bat_smg - bcl - be - be_x_old - bg - bh - bi - bm - bn - bo - bpy - br - bs - bug - bxr - ca - cbk_zam - cdo - ce - ceb - ch - cho - chr - chy - co - cr - crh - cs - csb - cu - cv - cy - da - de - diq - dsb - dv - dz - ee - el - eml - eo - es - et - eu - ext - fa - ff - fi - fiu_vro - fj - fo - fr - frp - fur - fy - ga - gan - gd - gl - glk - gn - got - gu - gv - ha - hak - haw - he - hi - hif - ho - hr - hsb - ht - hu - hy - hz - ia - id - ie - ig - ii - ik - ilo - io - is - it - iu - ja - jbo - jv - ka - kaa - kab - kg - ki - kj - kk - kl - km - kn - ko - kr - ks - ksh - ku - kv - kw - ky - la - lad - lb - lbe - lg - li - lij - lmo - ln - lo - lt - lv - map_bms - mdf - mg - mh - mi - mk - ml - mn - mo - mr - mt - mus - my - myv - mzn - na - nah - nap - nds - nds_nl - ne - new - ng - nl - nn - no - nov - nrm - nv - ny - oc - om - or - os - pa - pag - pam - pap - pdc - pi - pih - pl - pms - ps - pt - qu - quality - rm - rmy - rn - ro - roa_rup - roa_tara - ru - rw - sa - sah - sc - scn - sco - sd - se - sg - sh - si - simple - sk - sl - sm - sn - so - sr - srn - ss - st - stq - su - sv - sw - szl - ta - te - tet - tg - th - ti - tk - tl - tlh - tn - to - tpi - tr - ts - tt - tum - tw - ty - udm - ug - uk - ur - uz - ve - vec - vi - vls - vo - wa - war - wo - wuu - xal - xh - yi - yo - za - zea - zh - zh_classical - zh_min_nan - zh_yue - zu

Static Wikipedia February 2008 (no images)

aa - ab - af - ak - als - am - an - ang - ar - arc - as - ast - av - ay - az - ba - bar - bat_smg - bcl - be - be_x_old - bg - bh - bi - bm - bn - bo - bpy - br - bs - bug - bxr - ca - cbk_zam - cdo - ce - ceb - ch - cho - chr - chy - co - cr - crh - cs - csb - cu - cv - cy - da - de - diq - dsb - dv - dz - ee - el - eml - en - eo - es - et - eu - ext - fa - ff - fi - fiu_vro - fj - fo - fr - frp - fur - fy - ga - gan - gd - gl - glk - gn - got - gu - gv - ha - hak - haw - he - hi - hif - ho - hr - hsb - ht - hu - hy - hz - ia - id - ie - ig - ii - ik - ilo - io - is - it - iu - ja - jbo - jv - ka - kaa - kab - kg - ki - kj - kk - kl - km - kn - ko - kr - ks - ksh - ku - kv - kw - ky - la - lad - lb - lbe - lg - li - lij - lmo - ln - lo - lt - lv - map_bms - mdf - mg - mh - mi - mk - ml - mn - mo - mr - mt - mus - my - myv - mzn - na - nah - nap - nds - nds_nl - ne - new - ng - nl - nn - no - nov - nrm - nv - ny - oc - om - or - os - pa - pag - pam - pap - pdc - pi - pih - pl - pms - ps - pt - qu - quality - rm - rmy - rn - ro - roa_rup - roa_tara - ru - rw - sa - sah - sc - scn - sco - sd - se - sg - sh - si - simple - sk - sl - sm - sn - so - sr - srn - ss - st - stq - su - sv - sw - szl - ta - te - tet - tg - th - ti - tk - tl - tlh - tn - to - tpi - tr - ts - tt - tum - tw - ty - udm - ug - uk - ur - uz - ve - vec - vi - vls - vo - wa - war - wo - wuu - xal - xh - yi - yo - za - zea - zh - zh_classical - zh_min_nan - zh_yue - zu