Νεωδόχος
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νεωδόχος ή νηοδόχη (dock) (εκ του αρχαίου ναυς+δέχομαι) ονομάζεται ειδική λιμενική εγκατάσταση (δεξαμενή) παρεχομένων ευκολιών σε πλοία όπως για αποφυγή παλίρροιας, περιορισμένους δεξαμενισμούς για καθαρισμό, συντήρηση και μικροεπισκευές.
Διακρίνονται σε μόνιμες (dry docks) και σε πλωτές δεξαμενές (floating docks) για την χρήση των οποίων καταβάλλονται δικαιώματα δεξαμενισμού (dockage) ή "ντοκιάδικα" όπως λέγονται εκ του αγγλικού όρου.
Κύρια μέρη της νεωδόχου είναι η θύρα (ή θύρες) (dock gate), το δάπεδο (dock floor) και ο μηχανισμός αποστράγγισης (docking plug).
[Επεξεργασία] Δείτε επίσης
- Δεξαμενισμός πλοίου
- Νεωλκείο