Τζάργκον
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η τζάργκον (αγγλ. jargon) είναι μια ειδική ορολογία που σχετίζεται με κάποια συγκεκριμένη δραστηριότητα, επάγγελμα ή ομάδα. Αναπτύσσεται για λόγους πιο γρήγορης επικοινωνίας, για να εκφράσει έννοιες που χρησιμοποιούνται συχνά μεταξύ των μελών της ομάδας. Ο γνώστης καταλαβαίνει κάποιον που είναι καινούργιος ή γενικότερα που δεν είναι εξοικειωμένος με την ορολογία αυτή από τη λανθασμένη χρήση της. Η χρήση από τρίτους που δεν σχετίζονται με την ομάδα θεωρείται από τους γνώστες τολμηρή, εφόσον υποδηλώνει συμμετοχή ή σχέση με την ομάδα.
Η τζάργκον διαφέρει από την ορολογία ως προς το ότι είναι ανεπίσημη και περισσότερο μέρος της προφορικής παράδοσης του συγκεκριμένου χώρου, με περιορισμένη επίσημη ή γραπτή απόδοση. Πολλοί όροι της τζάργκον έχουν μη-τζάργκον αντίστοιχους όρους οι οποίοι χρησιμοποιούνται σε έντυπα ή όταν κάποιος απευθύνεται στον μη ειδικό. Για άλλους όρους της τζάργκον οι οποίοι χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν ή να κοροϊδέψουν τους μη ειδικούς δεν υπάρχει τέτοια αντιστοιχία.
Η τζάργκον διαφέρει επίσης από την αργκό (η οποία αναπτύσσεται με στόχο να αποκλείσει τους τρίτους) και την καθομιλουμένη (η οποία δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη δραστηριότητα ή επάγγελμα, και μόνο σε ευρύτερες ομάδες).
Το λήμμα αυτό βασίστηκε εν μέρει στο αντίστοιχο άρθρο στην αγγλική.