Σκυθία
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αυτό το άρθρο χρειάζεται μετάφραση. Αν θέλετε να συμμετάσχετε, μπορείτε να επεξεργαστείτε το άρθρο μεταφράζοντάς το ή προσθέτοντας δικό σας υλικό και να αφαιρέσετε το {{μετάφραση}} μόλις το ολοκληρώσετε. Είναι πιθανό το ξενόγλωσσο κείμενο να έχει κρυφτεί σαν σχόλιο. Πατήστε "επεξεργασία" για να δείτε ολόκληρο το κείμενο. |

Η Σκυθία συμπεριλάμβανε μία περιοχή στην Ευρασία η οποία κατοικούνταν στα αρχαία χρόνια από μια ομάδα Ιρανών νομαδικών λαών, οι οποίοι μιλούσαν Ιρανικές γλώσσες και είναι γνωστοί ως οι Σκύθες (Scyths). Η τοποθεσία και η έκταση της Σκυθίας διαφοροποιούνται κατά καιρούς, από την περιοχή των όρων Αλτάι όπου συναντιούνται η Μογγολία, Κίνα, Ρωσία, και το Καζακστάν, κατά μήκος της νότιας Ουκρανίας μέχρι την περιοχή του κάτω τμήματος του ποταμού Δούναβη, τη Βουλγαρία και τη Γεωργία. Οι Κινέζοι γνώριζαν τους Σάκα (Ασιάτες Σκύθες) ως Σάι (κινεζικός χαρακτήρας: 塞, Στα αρχαία σινικά *sək).
Οι Σκύθες πρωτοεμφανίσθηκαν στα Ασσυριακά χρονικά ως "Ισκουζάι" και αναφέρθηκε ότι ξεχύθηκαν από το βορρά περίπου το 700 π.Χ. και εγκαταστάθηκαν στην Ασκάνια και στο σημερινό Αζερμαπιτζάν μέχρι τα νοτιοανατολικά της λίμνης Ούρμια. Πιθανότατα οι Σκύθες αποτελούσαν ένα παρακλάδι των "Γκιμίρρου" οι οποίοι αναφέρονται στα χρονικά των Ασσυρίων περίπου την ίδια εποχή (Ivančik), παρόλο που ο αρχαίος Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος ο Αλικαρνασεύς περιγράφει τους Κιμμέριους ως διαφορετική φυλή, δηλαδή τους αυτόχθονες κατοίκους της βόρειας ακτής της Μαύρης Θάλασσας, τους οποίους οι Σκύθες απώθησαν (Ηροδότου Ιστορία. 4.11-12).
Οι πιο σημαντικές Σκυθικές φυλές που αναφέρονται στις ελληνικές πηγές, κατοικούσαν στις στέππες ανάμεσα στους ποταμούς Δνείπερο και Ντον.
Αρχαιολογικά ευρήματα σχετικά με τους Σκύθες περιλαμβάνουν περίτεχνους τάφους που περιείχαν χρυσό, μετάξι, ... ... ... άλλογα και ανθρωποθυσίες. Τεχνικές μουμιοποίησης και το μονίμως παγωμένο έδαφος, βοήθησαν στη διάσωση και ορισμένων λειψάνων.
Πίνακας περιεχομένων |
[Επεξεργασία] Σκυθική Γλώσσα
Ορισμένοι μελετητές αποδίδουν ορισμένες Ρουνικές επιγραφές οι οποίες βρέθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη και τη Νότια Ασία στους Σκύθες, αλλά πέραν αυτών, κανένα Σκυθικό κείμενο δεν επιβίωσε. Ωστόσο, τα κύρια ονόματα που βρέθηκαν στα ελληνικά λογοτεχνικά ή επιγραφικά κείμενα υποδηλώνουν ότι η γλώσσα των Σκυθών και των Σαυροματών (οι οποίοι μιλούσαν μια Σκυθική διάλεκτο σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, Ηροδότου Ιστορία 4.117) παρουσίαζε σημαντικές ομοιότητες με τις διαλέκτους του Ανατολικού Ιράν, για τις οποίες υπάρχουν πολλές μαρτυρίες, όπως τα Σογδιανά και τα μοντέρνα Οσσετικά.
Οι σύγχρονοι ... ... συνήθως αναφέρονται στους υποτελείς λαούς στην περιφέρεια της στέππας ως "Σκύθες", αλλά αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι αυτοί μιλούσαν Ιρανικές γλώσσες, όπως η Σκυθική αριστοκρατία. Ο Πίσκος, ο Βυζαντινός απεσταλμένος στον Αττίλα, αναφέρεται επανειλημμένα στους οπαδούς του Αττίλα ως "Σκύθες". Ορισμένοι από τους Ούννους ίσως να είχαν Σκυθική γενεαλογία.
[Επεξεργασία] Ετυμολογία
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Ηροδότου Ιστορία 4.6.) οι Σκύθες ονόμαζαν τους εαυτούς του Σκολότες. Το Ελληνικό Σκύθες προφανώς αντικατοπτρίζει μια παλαιότερη αντήχηση του ιδίου ονόματος *Skuδa- (όπου ο Ηρόδοτος μεταγράφει το άγνωστο [δ] σε λάμδα ενώ το -τοι αντιπροσωπεύει την κατάληξη πληθυντικού -τα της γλώσσας του Νότιου Ιράν. Η λέξη αρχικά σήμαινε τοξευτής, τοξότης και προήλθε αρχικά από την Πρωτοϊνδοευρωπαϊκή γλωσσική ρίζα -skeud- εκτοξεύω, πετώ (σύγκρινε με την αγγλική λέξη shoot).
Το όνομα που είχαν οι Σογδιανοί για τον εαυτό του, Swγδ, προφανώς αντιπροσωπεύει το ίδιο όνομα (*Skuδa > *Suγuδa με ανάπτυξη φωνήεντος. Το όνομα υπάρχει επίσης και στα Ασσυριακά με τη μορφή Aškuzai ή Iškuzai, Σκύθης. Αυτό το όνομα είναι πιθανό να αποτέλεσε την πηγή του βιβλικού εβραϊκού Ashkenaz (αρχικά *אשכנז ’škuz με παράφραση אשכוז ’šknz), που αποτέλεσε αργότερα το εβραϊκό όνομα για τις Γερμανικές περιοχές της Κεντρικής Ευρώπης και τελικώς αυτοπεριγραφικό όρο για τους Εβραίους της Κεντρικής Ευρώπης που ζούσαν μεταξύ των Ashkenazim (Γερμανών).
Στα παραδοσιακά Πολωνικά και Ουκρανικά τραγούδια οι άνθρωποι της στέππας ονομάζονται Σόκολοι το οποίο πιθανών να προέρχεται από το Σκολότοι Skolotoi.
Οι παλαοί Πέρσες χρησιμοποιούσαν ένα άλλο όνομα για τους Σκύθες και συγκεκριμένα το Saka, το οποίο πιθανόν να προέρχεται από την Ιρανική ρηματική ρίζα sak- πηγαίνω, περιπλανώμαι, δηλ. περιπλανώμενος, νομάδας.
Αναφορά:
- Oswald Szemerényi, "Four old Iranian ethnic names: Scythian - Skudra - Sogdian - Saka" (Sitzungsberichte der Österreichischen Akademie der Wissenschaften 371), Vienna, 1980 = Scripta minora, vol. 4, pp. 2051-2093.
[Επεξεργασία] Σκυθική Κοινωνία
Οι Σκύθες αποτελούσαν ένα χαλαρό δίκτυο από νομαδικές φυλές από εφίππους βοσκούς και καβαλάρηδες. Εισέβαλλαν σε πολλές περιοχές στις στέππες της Ευρασίας, συμπεριλαμβανομένων ... ... που σήμερα αποτελούν το Καζακστάν, Αζερμπαϊτζάν, την νότια Ουκρανία και την Νότια Ρωσία. Οι Σκύθες, που κυβερνώνταν από ολιγάριθμες ελίτ οι οποίες συνδέονταν με στενές συμμαχίες, ήταν διάσημοι για τους τοξότες τους και πολλοί έβρισκαν εργασία ως μισθοφόροι. Οι Σκυθικές ελίτ είχαν τάφους τύπου "κούργκαν": ψηλοί λόφοι υψωμένοι πάνω από τάφους-δωμάτια από ξύλο πεύκου, ένα φυλλοβόλο κωνοφόρο, το οποίο πιθανόν να είχε ιδιαίτερη σημασία ως το δέντρο της ανανέωσης της ζωής, επειδή μένει γυμνό το χειμώνα. Χώροι ταφής στο Pazyryk στα όρη Αλτάι περιλαμβάνουν ορισμένους εντυπωσιακά διατηρημένους Σκύθες του πολιτισμού Pazyryk — συμπεριλαμβανομένης της "Παγωμένης Παρθένας" του 5ου αιώνα π.Χ.
Οι Σκύθισσες γυναίκες ντύνονταν περίπου με τον ίδιο τρόπο με τους άντρες, και περιστασιακά πολεμούσαν στο πλευρό τους στη μάχη. Ένας τάφος Pazyryk που βρέθηκε στη δεκαετία του 1990 το επιβεβαιώνει αυτό. Περιλάμβανε τους σκελετούς από έναν άντρα και μια γυναίκα, καθέναν από αυτούς με όπλα, μύτες από βέλη και ένα τσεκούρι. "Η γυναίκα ήταν ντυμένη ακριβώς όπως ο άντρας. Αυτό δείχνει ότι ορισμένες γυναίκες, κυρίως νέες και ανύπαντρες, μπορούσαν να είναι πολεμίστριες, στην κυριολεξία Αμαζόνες. Αυτό δεν αποτελούσε προσβολή στις αρχές της νομαδικής κοινωνίας", ΄σύμφωνα με την συνέντευξη ενός από τους αρχαιολόγους για το ντοκυμανταίρ του NOVA το 1998, "The Ice Mummies".
Οι Σκύθισσες πολεμίστριες έγιναν πολύ δημοφιλείς συναγωνιζόμενες για την τιμή του να έχουν εμπνεύσει τον Ελληνικό μύθο των Αμαζόνων. Το έργο της Jeannine Davis-Kimball (Secrets of the Dead, 4 Αυγούστου 2004) παρέχει αρχαιολογικές και γεννετικές αποδείξεις ότι οι Σαυρομάτες πιθανόν να αποτέλεσαν την πηγή των Ελληνικών μύθων.
Απ' όσο γνωρίζουμε, οι Σκύθες δεν είχαν σύστημα γραφής. Μέχρι και τις πρόσφατες αρχαιολογικές εξελίξεις, οι περισσότερες πληροφορίες γι αυτούς προέχονται από τους Έλληνες. Ο θησαυρός του Ziwiye, ένας θησαυρός από προϊόντα μεταλλοτεχνίας από χρυσό, ασήμι και ελεφαντόδοντο, που βρέθηκε δίπλα στην πόλη του Σακίζ, νότια της λίμνης Ούρμια και χρονολογείται μεταξύ 680 π.Χ και 625 π. Χ. περιλαμβάνει αντικείμενα με Σκυθικά (τεχνοτροπία με είκονες ζώων) χαρακτηριστικά. Ένα ασημένιο πιάτο από τα ευρήματα φέρει κάποιες επιγραφές, σε γραφή η οποία μέχρι σήμερα δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί και πιθάνόν είναι μια μορφή Σκυθικής γραφής.
Ο Όμηρος αποκαλούσε τους Σκύθες "αρμεχτές-φοράδων" και τους περιέγραψε με λεπτομέρειες: η στολή τους αποτελούνταν από παραγεμισμένα κεντημένα δερμάτινα παντελόνια, σουρωμένα μέσα σε μπότες, και ανοιχτούς χιτώνες. Ίππευαν δίχως αναβολείς ή σαμάρια, μόνο σαμαροσκούτια. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Σκύθες χρησιμοποιούσαν κάνναβη τόσο για να υφαίνουν τα ρούχα τους, όσο και για να καθαρίζονται στον καπνό της (Ηροδότου Ιστορία. 4.73-75). Η χρήση της κάνναβης σε ταφικές τελετές έχει επιβεβαιωθεί από την αρχαιολογία. Ο Σκύθης φιλόσοφος Ανάχαρσης επισκεύθηκε την Αθήνα τον 6ο αιώνα π. Χ. και έγινε διάσημος σοφός. Οι Σκύθες είναι επίσης γνωστοί για την χρήση αγκυλωτών και δηλητηριώδων βελών πολλών τύπων, τη νομαδική ζωή που επικεντρώνονταν γύρω από τα άλογα - τρέφονταν από το αίμα των αλόγων σύμφωνα με τον Ηρόδοτο- και την ικανότητά τους στον ανταρτοπόλεμο. Οι Σκύθες θεωρούνται οι πρώτοι που εξημέρωσαν το άλογο και που το χρησιμοποίησαν και στη μάχη.
[Επεξεργασία] Ιστορία
[Επεξεργασία] Επισκόπηση
Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει καμία ευρέως αποδεκτή εξήγηση για την καταγωγή των Σκυθών, ούτε του πως μετανάστευσαν στον Καύκασο και την Ουκρανία. Όμως πολλοί μελετητές συμπίπτουν στο ότι μετανάστευσαν δυτικά από την Κεντρική Ασία μεταξύ του 800 π.Χ. και 600 π.Χ.
Ο Ηρόδοτος αποδίδει το όνομα της χώρας απ' όπου κατάγονται οι Σκύθες ως Γέρρος. Ετοίμαζαν τον νεκρό τους και ταξίδευαν με αυτόν μακρυνές αποστάσεις για να τον πάνε στους Γέρρους για ταφή.
Τα Ασσυριακά αρχεία, τα πρώτα που αναφέρουν τους Iskuzai, χρονολογούνται περίπου από το τέλος του 8ου αιώνα π.Χ. Ο Ηρόδοτος επίσης επιβεβαιώνει ότι ο βασιλειάς τους Partatua είχε συμμαχία με την Ασσυρία και ότι ο Mannai τον αναγνώριζε. Το 663 π.Χ. ο γιος του Partatua Madius (Madyes), μετά από αίτηση του Ashurbanipal (Σαρδανάπαλος) της Ασσυρίας νίκησε των βασιλιά των Μήδων Φαραόρτη (Kshathrita), αποκτώντας τον έλεγχο επί των Μήδων μέχρι το 625 π.Χ. Μέχρι το τέλος της βασιλείας του είχε οδηγήσει τους Σκύθες και τους Κιμμέριους (προφανώς στενοί συγγενείς) σε σε μια έκρηξη λεηλασιών, που μάστιζε και λεηλατούσε την Ασσυρία, την Ανατολία, την Βόρεια Συρία, την Φοινίκη, τη Δαμασκό και την Φιλισταία. Λεηλάτησαν τον Ναό της Αφροδίτης στο Ashkelon, και ο Ιερεμίας 4:7-13 τους αναφέρει ως "καταστροφέας εθνών ... (του οποίου) τα άρματα είναι σαν αναμοστρόβιλος".
Μετά το 625 ωστόσο, οι Σκύθες εγκατέληψαν την Μηδική Αυτοκρατορία -οι ιστορικοί διαφωνούν για το αν το έπραξαν αυτό με τη θέλησή τους, η του εξόρισαν. Όπως και να 'χει, δεδομένου ότι ακολούθησε η καταστροφή της Ασσούρ από τους Μήδους το 614 π.Χ., χρειάστηκε να αλλάξουν πλευρά και να συμμαχίσουν μα τους Μήδους. Αποτέλεσαν τμήμα της δύναμης που κατέστρεψε την Νινευή το 612 π.Χ. Λίγο καιρό αργότερα, οι Σκύθες ξαναγύρισαν στις στέππες.
Το 512 π.Χ., όταν ο βασιλειάς Δαρείος ο Μέγας της Περσίας επιτέθηκε στους Σκύθες, φαίνεται να τους προσέγγισε διασχίζοντας τον Δούναβη. Ο Ηρόδοτος αναφέρεται ότι οι Σκύθες, ως νομάδες που ήταν, κατάφεραν να μπερδέψουν τα σχέδια του Περσικού στρατού, αφήνοντάς τους να προελάσουν κατά μήκος όλόκληρης της χώρας, χωρίς συμπλοκή. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Δαρείος με αυτόν τον τρόπο κατέληξε να φτάσει μέχρι τον ποταμό Βόλγα.
Κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. έως τον 3ο αιώνα π.Χ. οι Σκύθες φαίνεται να ευημερούσαν. Όταν ο Ηρόδοτος έγραψε την "Ιστορία" του κατά τον 5ο αιώνα π.Χ., οι Έλληνες διέκριναν την "Μεγάλη Σκυθία" η οποία εκτείνονταν σε άπόσταση 20 ημερών με το άλογο από τον ποταμό Δούναβη, προς τα δυτικά, κατά μήκος των στεππών της σημερινής Ουκρανίας έως το κατώτερο μέρος της λεκάνης του ποταμού Ντον, από την "Μικρή Σκυθία". Ο Ντον που ήταν τότε γνωστός ως "Τανάις" χρησίμευε ως κύρια εμπορική αρτηρία ήδη από τότε. Προφανώς οι Σκύθες απέκτησαν τον πλούτο τους από τον έλεγχο του σκλαβεμπόριου, από τον βορρά στην Ελλάδα, μέσω των λιμανιών των Ελληνικών αποικιών της Μαύρης Θάλασσας. Επίσης, καλλιεργούσαν δημητριακά και μετέφεραν με πλοία σιτάρι, μαλί και τυρί στην Ελλάδα.
Οι Σκύθες της Κριμμαίας δημιούργησαν ένα βασίλειο που εκτείνονταν από το κάτω μέρος του Δνείπερου μέχρι την Κριμμαία. Η πρωτεύουσά τους, η Σκυθική Νεάπολη, βρίσκονταν στα προάστια της σημερινής Simferopol. (Οι Γότθοι την κατέστρεψαν πολύ αργότερα, κατά τον 5ο αιώνα μ.Χ..)

Στην νοτιότερη γωνία των πεδιάδων, βόρεια από τα δάση της Θράκης, ο Φίλιππος ο Μακεδόνας εγκατέστησε Μακεδονικές εμπορικές πόλεις κατά μήκος δρόμων που έφταναν βόρεια μέχρι τον Δούναβη κατά τη διάρκεια του 330 π.Χ.(Fox 1973). Οι Έλληνες τεχνίτες από τις αποικίες βόρεια της Μαύρης Θάλασσας έφτιαξαν εντυπωσιακά Σκυθικά χρυσά στολίδια (δες παρακάτω), χρησιμοποιώντας τον Ελληνικό ρεαλισμό για να αναπαραστήσουν Σκυθικά μοτίβα λιονταριών, κερασφόρων ελαφιών, και γρυπών. Η Ελληνο-Σκυθική επαφή επικεντρώθηκε στις Ελληνιστικές πόλεις και οικισμούς της Κριμμαίας (ιδίως στο Βασίλειο του Βοσπόρου) .
Λίγο μετά το 300 π.Χ., οι Κέλτες φαίνεται ότι εκτόπισαν τους Σκύθες από τα Βαλκάνια, ενώ στην νότια Ρωσία, μια συγγενική φυλή, οι Σαυρομάτες, σταδιακά υπερίσχυσαν αυτών.
[Επεξεργασία] Οι Σκύθες στις κλασσικές πηγές
Τον 1ο αι π.Χ. , ο Έλληνας γεογράφος Στράβων δίνει μια εκτεταμένη περιγραφή των ανατολικών Σκυθών , τους οποίους τοποθετούσε στη βορειοανατολική Ασία πέρα από τη Βακτριανή και τη Σογδιανή .
- "Έπειτα συναντάμε τη Βακτριανή και τη Σογδιανή και τέλος τους Σκύθες νομάδες ." (Στράβων , Γεωγραφία , 11.8.1)
Συνεχίζει περιγράφοντας τα ονόματα διαφόρων φυλών ανάμεσα στους Σκύθες , μάλλον φτιάχνει ένα αμάλγαμα με μερικές φυλές της ανατολικής Ασίας (όπως οι Τοχάρι):
- "Now the greater part of the Scythians, beginning at the Caspian Sea, are called Dahae, but those who are situated more to the east than these are named Massagetae and Sacae, whereas all the rest are given the general name of Scythians, though each people is given a separate name of its own. They are all for the most part nomads.
- But the best known of the nomads are those who took away Bactriana from the Greeks (i.e. Greco-Bactrians), I mean the Asii, Pasiani, Tochari, and Sacarauli, who originally came from the country on the other side of the Jaxartes River that adjoins that of the Sacae and the Sogdiani and was occupied by the Sacae.
- And as for the Däae, some of them are called Aparni, some Xanthii, and some Pissuri. Now of these the Aparni are situated closest to Hyrcania and the part of the sea that borders on it, but the remainder extend even as far as the country that stretches parallel to Aria." (Strabo, Geography, 11.8.1)
[Επεξεργασία] Οι Σκύθες στην Βίβλο
Στο λαό που αναφέρεται εν συντομία ως "Ασκεναζ" -ίσως ως αποτέλεσμα μιας παλιάς λανθασμένης ανάγνωσης του εβραϊκού αλαφαβήτου אשכנז αντί για του ορθού אשכוז (= Ashkūz) στην Γέννεση χ. 3 και στο "Ι Χρονικό" ι. 6- αποδίδεται καταγωγή από τον τρίτο γιο του Νώε, τον Ιάφεθ, μέσω του Γκομερ. Το βιβλίο του Ιερεμία Li 27, 28, αναφέρει τους Ασκενάζ σε σύνδεση με τα βασίλεια του Αραράτ και του Μίνι στα βουνά του Ταύρου, μαζί με τους Μήδους -και τους περιγράφει ως εχθρικούς προς τη Βαβυλώνα. Στο Μεσαίωνα οι Εβραϊκές κοινότητες αναβιώσαν το όνομα "Ασκεναζ" εννοώντας αρχικά τους Τεύτονες και στη συνέχεια τους Εβραίους Ασκενάζι. Οι βιβλικές συνδέσεις με τους Σκύθες δεν είναι παρά ένα σύνολο από υποθέσεις.
[Επεξεργασία] Θεωρούμενοι Σκύθες
Παρόλο που οι Σκύθες λέγεται ότι είχαν εξαφανισθεί τον 1ο αιώνα πχ, οι Ανατολικοί Ρωμαίοι εξακολουθούσαν να μιλούν συμβατικά για "Σκύθες" για να περιγράψουν γενικά τους καβαλάρηδες νομάδες βαρβαρους της Ευρασίας: το 448 μ.χ. δύο καβαλάρηδες "Σκύθες" οδήγησαν την αντιπροσωπεία του Πρίσκου στην κατασκήνωση του Αττίλα στην Παννονία. Οι Βυζαντινοί σε αυτήν την περίπτωση διαχώριζαν προσεκτικά τους Σκύθες από τους Γότθους και τους Ούννους οι οποίοι επίσης ακολουθούσαν τον Αττίλα. Οι Σαυρομάτες, οι Αλανοί και τελικώς οι Οσσέτες θεωρούνταν ως Σκύθες με την ευρεία έννοια του όρου -επειδή μιλούσαν Βορειοανατολική Ιρανική γλώσσα- αλλά ωστόσο, παρέμεναν διαφορετικοί από τους κανονικούς Σκύθες. Οι Οσσέτες, ο μόνος λαός Ιρανικής καταγωγής που κατοικεί επί του παρόντως στην Ευρώπη, ονομάζουν την πατρίδα τους "Ιρονιστόν" ή "Ιρόν" παρόλο που η Βόρεια Οσσετία φέρει τώρα επισήμως την προσωνυμία "Αλανία". Μιλούν μια Βορειοανατολική Ιρανική Γλώσσα, τα Οσσετικά, της οποίας η πιο ευρέως διαδεδομένη διάλεκτος, τα "Ιρόν" ή "Ιρονικά" (βλ Ιρανικά), διατηρεί κάποιες ομοιότητες με τh γλώσσα "Gathic Avestan", μια άλλη Ιρανική γλώσσα του ανατολικού κλάδου. Συγχρόνως, έχει ένα αριθμό από λέξεις που είναι σημαντικά όμοιες με τις αντίστοιχες λέξεις στα σύγχρονα Γερμανικά, όπως THAU ("tauen", λιώνω, όπως το χιόνι) και GAU (περιοχή, περιφέρεια).
Παραδόσεις των Τούρκων Καζάκων και των Γιακούτσ (που αποκαλούν τους εαυτούς τους "Σακα") των Μαράθα της Ινδίας, των Πικτών, των Κελτών, των Μαγυάρων, των Σέρβων και των Κροατών (μεταξύ άλλων) περιλαμβάνουν επίσης αναφορές σε Σκυθική καταγωγή. Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ότι όλοι αυτοί οι διαφορετικοί λαοί οι οποίοι αναφέρονται ως "Σκύθες" ή "Σάκα" μιλούσαν Ιρανικές γλώσσες ή ότι συνδέονταν γεννετικά στο σύνολο αυτών που εξ αρχής μιλούσαν Ιρανικά. Ίσως να είχαν μόνο μια ελίτ που μιλούσε Ιρανικά και οι μητρικές γλώσσες των λαών που κυβερνούσαν μπορεί να ήταν τα Πρωτογερμανικά, τα Πρωτοσλαβικά, Ινδοαριανικές γλώσσες και/ή ακόμα και Tocharian (αυτό μπορεί να εξηγήσει την παρουσία των Tocharian στα ανατολικά). Δες Non-Indo-European roots of Germanic languages and Mathematical approaches to comparative linguistics.
- See Fox, Robin Lane, 1973. Alexander the Great. ISBN 0-14-008878-4.
[Επεξεργασία] The genetic argument
Genetic research in modern populations reveals that the same paternal Y chromosome haplogroup (R1a) represents a genetic lineage currently found in central, western and south Asia, and in Slavic populations of Europe. The simplest explanation of this distribution involves this Y-chromosome mutation originating in people of the kurgan-building culture of traditional Scythia (see link).
However haplogroups H, J2, R1b and L also appear in populations of Iran, Pakistan, Central Asia and India, and the idea that R1a1 originates from Kurgan Culture remains questionable, since haplogroups I and E appear completely absent in India (although common in Europe, particularly in Ukraine).
[Επεξεργασία] "Pazyryk culture"
- For further information see Pazyryk.
Some of the first Bronze Age Scythian burials documented by a modern archaeologist includes the kurgans at Pazyryk in the Ulagan district of the Altay Republic, south of Novosibirsk in the Altay Mountains of southern Siberia. The name Pazyryk culture was attached to the finds: five large burial mounds and several smaller ones between 1925 and 1949, one opened in 1947 by Russian archeologist Sergei Rudenko. The burial mounds concealed chambers of larch logs covered over by large cairns of boulders and stones.
Pazyryk culture flourished between the 7th and 3rd centuries BC in a mountain fastness known as territory belonging to a group of Scythians who may have called themselves Sacae. It formed the seat of the larger of two related Scythian groups