Φυσική επιλογή
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Φυσική επιλογή είναι η διαδικασία εξέλιξης των ειδών μέσω της οποίας οι οργανισμοί που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον αφήνουν περισσότερους απογόνους από εκείνους που είναι λιγότερο προσαρμοσμένοι. Η θεωρία της φυσικής επιλογής διατυπώθηκε επίσημα το 1858, από τους Κάρολο Δαρβίνο και τον Alfred Russel Wallace, που πραγματοποιούσαν εκείνη την περίοδο ανεξάρτητες μεταξύ τους έρευνες. Στηρίζεται στην παρατήρηση πως ορισμένες διαφορές μεταξύ των ατόμων σε έναν πληθυσμό είναι κληρονομήσιμες. Αν λοιπόν ένα κληρονομήσιμο γνώρισμα προσφέρει προσαρμοστικό πλεονέκτημα στο φορέα του, αυτός (είτε γιατί επιβιώνει περισσότερο, είτε γιατί επιλέγεται περισσότερο από τα άτομα του άλλου φύλου, σε σύγκριση με όσους δεν το φέρουν) αφήνει περισσότερους απογόνους με αποτέλεσμα να το μεταβιβάζει με αυξημένη συχνότητα στα άτομα της επόμενης γενιάς. Με τον τρόπο αυτό συσσωρεύονται από γενιά σε γενιά τα ευνοικά για την επιβίωση γνωρίσματα, κάτι που μπορεί να οδηγήσει βαθμιαία στη δημιουργία ενός νέου είδους. Με τη διαδικασία αυτή, που είναι απολύτως συμβατή με τα επιστημονικά δεδομένα έχει επιτευχθεί η εξέλιξη των σύνθετων οργανισμών από απλούστερους. Η θεωρία της Φυσικής επιλογής δεν απέδειξε απλώς την ύπαρξη της εξέλιξης, αλλά υπέδειξε και ένα πειστικό μηχανισμό για το πώς έχει συμβεί η διαδικασία της εξέλιξης.