Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο όρος Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης ή και Σύμφωνο Μολότωφ - Ρίμπεντροπ χαρακτηρίζει το σύμφωνο μη επίθεσης που υπέγραψαν στις 23 Αυγούστου 1939 στη Μόσχα ο γερμανός Υπουργός Εξωτερικών Γιοαχίμ φον Ρίμπεντροπ (Joachim von Ribbentrop) και ο Υπουργός Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένώσεως, Βιατσεσλάβ Μιχαήλοβιτς Μολότωφ (Vjačeslav Michajlovič Molotov).
Πίνακας περιεχομένων |
[Επεξεργασία] Πολιτικές συνθήκες
Ο Χίτλερ ήθελε να αποφύγει με κάθε τρόπο τον πόλεμο των δυο μετώπων, όπως υπήρξε για την Γερμανία ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος του 1914. Έτσι, για να μη του γίνει εμπόδιο η Σοβιετική Ένωση στον πόλεμο που σχεδίαζε κατά της Πολωνίας, υπεγράφη στις 23 Αυγούστου 1939 το Σύμφωνο μη Επίθεσης μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της Γερμανίας. Κατόπιν αυτού, ο Χίτλερ μπορούσε να ασχοληθεί με την Πολωνία δίχως τον κίνδυνο να τον εμποδίσει η Σοβιετική Ένωση, ενώ ο Στάλιν, ο οποίος γνώριζε καλά την επιθυμία του Χίτλερ να αποκτήσει «ζωτικό χώρο» για τους Γερμανούς στην ανατολική Ευρώπη και στη Σοβιετική Ένωση (βλ. Mein Kampf), κέρδισε χρόνο για να προετοιμάσει τον Ερυθρό Στρατό και την οικονομία της Σοβιετικής Ένωσης, ώστε να μπορεί να αντισταθεί σε πιθανή επίθεση των ναζιστικών δυνάμεων.
[Επεξεργασία] Περιεχόμενο
Με τη συμφωνία αυτή οι δύο χώρες υποχρεώνονται να μην επιτεθεί η μία στην άλλη. Επίσης καθεμία πρέπει να μείνει ουδέτερη, αν η άλλη αναμιχθεί σε πόλεμο.
[Επεξεργασία] Το μυστικό συμπληρωματικό πρωτόκολλο
Εκτός αυτού, σε μυστικό συμπληρωματικό πρωτόκολλο αποφασίστηκε η δημιουργία γερμανικών και σοβιετικών σφαιρών επιρροής στην Ευρώπη:
- H Πολωνία θα χωριστεί μεταξύ των δύο χωρών με σύνορα τους ποταμούς Νάρεφ, Βίστουλα και Σαν.
- Με εξαίρεση τη Λιθουανία οι βαλτικές χώρες και η Φινλανδία θα ανήκουν στη σοβιετική σφαίρα επιρροής.
- Oι γερμανικές μειονότητες της σοβιετικής σφαίρας (υπάρχουν στις βαλτικές χώρες, στη Βεσσαραβία και στην Μπουκοβίνα) θα πρέπει να την εγκαταλείψουν.
[Επεξεργασία] Συνέπειες
Το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης αποτέλεσε σοκ για τη Δύση, επειδή έτσι έχασε έναν πιθανό σύμμαχο (τον Στάλιν) ενώ ο Χίτλερ με την υπόσχεση ουδετερότητας εξασφαλίζε ελευθερία κινήσεων όσον αφορά τον πόλεμο που προετοίμαζε κατά της Πολωνίας. Παράλληλα όμως προσέφερε στους Σοβιετικούς τη δυνατότητα να εξοπλιστούν, αφού μέχρι τον Ιούνιο του 1941 είχαν καταφέρει με ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα στρατικοποίησης να ανανεώσουν μέρος του διαλυμένου απο τις εκκαθαρίσεις στρατού τους. Έτσι αποδεικνύεται πως το Γερμανοσοβιετικό σύμφωνο μη επίθεσης τελικώς βοήθησε τους Σοβιετικούς να αποκρούσουν την Γερμανική επίθεση, αφού τους αντιμετώπισαν μετά τις εκστρατείες τους στην Γαλλία και τα Βαλκάνια.
Λίγες μέρες μετά την έναρξη του πολέμου (αρχές Σεπτεμβρίου) η Πολωνία είχε νικηθεί, αφού της ήταν αδύνατο να αποκρούσει συγχρόνως τους γερμανούς και τους σοβιετικούς. Οι νικητές μοιράστηκαν την Πολωνία όπως συμφώνησαν και μετακίνησαν τα σύνορά τους αναλόγως. Βάσει όμως μιας συμφωνίας της 28 Σεπτεμβρίου, με την οποία τροποποιήθηκε το Σύμφωνο μη Επίθεσης, η Λιθουανία πέρασε στην σοβιετική σφαίρα επιρροής, ενώ η Γερμανία πήρε ένα μεγαλύτερο μέρος της κατακτημένης Πολωνίας (μέχρι τον ποταμό Μπουγκ).
Το 1940 η Σοβιετική Ένωση κατέκτησε μέρη της Ρουμανίας (Βεσσαραβία και βόρεια Μπουκοβίνα, η οποία σήμερα ανήκει στην Ουκρανία). Επίσης εισέβαλε και στις βαλτικές χώρες Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία, που ενσωματώνονται στην Σοβιετική Ένωση.
Στις 22 Ιουνίου του 1941 ο Χίτλερ παραβίασε την συνθήκη και επετέθη στην Σοβιετική Ένωση (Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα).