Λύσις
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
![]() |
Αυτό το άρθρο, ή ο τομέας του άρθρου, μπορεί να επεκταθεί ή να βελτιωθεί με κάποιο τρόπο ώστε να καλύπτεται το θέμα με πληρέστερο τρόπο. Βοηθήστε τη Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το! |
Αν και ο όρος Λύσις σημαίνει γενικά το λύσιμο, (το αντίθετο δέσις και στη δημοτική Λύση / Δέση), ως όρος έκφρασης έχει πολλές ερμηνείες.
[Επεξεργασία] Ερμηνείες – χρήσεις
Κυριότερες ερμηνείες και χρήσεις του όρου αυτού στην ελληνική καθομιλουμένη είναι:
- Ως "Απαλλαγή – αποχωρισμός" (Φιλοσοφία): Λύση της ψυχής από το σώμα (Πλάτ. Φαίδων 67δ).
- Ως "Διακοπή - τέλος συνέχειας" (Ιατρική): Λύση του δέρματος, λύση πυρετού, λύση της νόσου.
- Ως "Αποσυναρμολόγηση" (Μηχανική, Οπλική): Λύση μηχανής, λύση όπλου.
- Ως "Διάλυση – τερματισμός": όπως στη (κοινωνιολ.): Λύση μνηστείας, λύση γάμου, (στρατηγική) Λύση πολιορκίας, αποκλεισμού, (αγημάτων): λύση ζυγών «ζυγούς λύσατε» κλπ.
- Ως "τεχνικός όρος" δυσκολίας: λύση αποριών, προβλημάτων κλπ ως και Λύσις (φιλολογία).
- Ως "Τερματισμός" (Θέατρο): Λύση της υπόθεσης, του δράματος, πχ «το ζήτημα βρήκε τη λύση του», «έφθασε στο τέλος» κλπ.
- Ως "Υποχώρηση" (Ιατρική): Λύση της ασθένειας.
- Ως "Αποσύνθεση" (Γραμματική): λύση φωνήεντος, σε δύο άλλα (πχ αρχαία ήλιος-ηέλιος), σύνθετης λέξης πχ. νηών πομπή αντί νηοπομπή).
- Ως "Ανασκευή" (Ρητορική): λύση επιχειρημάτων και τέλος
- Ως "Διευθέτηση": λύση διαφορών,
Επίσης «Δόρπου λύσις» στην αρχαία ελληνική σήμαινε τόπος συμποσίου.
Για τον αρχαίο Έλληνα πυθαγόρειο φιλόσοφο Λύση δείτε Λύσις (φιλόσοφος)